Πέμπτη 13 Αυγούστου 2015

Μετακόμιση

Ξέρεις, τα τέλη υπάρχουν για να μας θυμίζουν την αρχή.

Την αρχή που, τότε, δεν σκεφτόσουν πως ένα τέλος κάποτε θα έρθει.

Τώρα έχεις ένα σωρό από κούτες και σακούλες σκουπιδιών να σου θυμίζουν τη διορία σου.

Μια και σήμερα.
Καμία και σήμερα.

Σκόνη παντού. Και αναμνήσεις.

Αναμνήσεις που ξεριζώνεις από τους τοίχους, τις θάβεις σε σκούρες μεγάλες κούτες και τις αφήνεις για λίγο στην άκρη.

Και οι κούτες γίνονται δυο και τρεις και οχτώ και οι αναμνήσεις χιλιάδες.

Ξέρεις αγαπώ τον σπασμένο μου καναπέ, γιατί δε με άφηνες ποτέ να κάτσω στην σπασμένη πλευρά.

Και η χαρακιά στο τραπέζι, είναι από τα κεριά που προσπάθησα να ξύσω τότε που κοντέψαμε να κάνουμε το σπίτι ολοκαύτωμα.

Όλα αυτά τα χρώματα, θα γίνουν μια μέρα ένα αδιάφορο άσπρο, μα εμείς θα ξέρουμε πως εκείνος ο τοίχος ήταν κάποτε μοβ, γιατί ήμασταν αρκετά τρελοί για να τον βάψουμε.

Και το μπαλκόνι... Το μπαλκόνι έχει τη δική του ιστορία. Την δική του γωνία που κρατήσαμε για μας.

Κι αν καμιά φορά πίνουμε πια καφέ σε άλλα μπαλκόνια, εκείνο πάντα θα εμφανίζεται κάπου στο μυαλό, να μας θυμίζει κάτι πρωινά που δε θέλαμε να γίνουν μεσημέρια.

Όλη μου η ζωή, μου είπες χθες, βρισκόταν πια σε ένα στρώμα.

Κι εγώ κοίταξα γύρω μου, σταματώντας το βλέμμα μου πάνω σου.

Όλη μου η ζωή σε ένα στρώμα.

Ογδονταπέντε τετραγωνικά, δες πως περίσσευαν σε έναν χώρο δυο επί δυο.

Και φάνηκε ξαφνικά, η πιο πλήρης εκδοχή της ζωής που μπορούσα ποτέ να φανταστώ.