Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013

επίλογος

Είναι αυτή η αίσθηση, πως σήμερα η μέρα ξημέρωσε αλλιώς.
Δεν μπορείς να το ταυτοποιήσεις, δε βρίσκεις λέξεις κατάλληλες για την περίσταση.
Είναι απλά αλλιώς.
Μπορείς βέβαια να πεις πως δεν αλλάζει τίποτα απολύτως.
Ένα νούμερο στο ημερολόγιο σου, ένα ακόμα χαρτάκι σκισμένο, αφημένο σε μιαν άκρη.
Ίσως και να πιείς λίγο παραπάνω απόψε, μα το κεφάλι θα είναι το ίδιο βαρύ αύριο, σαν όλα τα συνηθισμένα σου μεθύσια.
Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο έχουν φορέσει τα γιορτινά τους, μα μπορείς να διακρίνεις την αναγκαστική ευτυχία στα πρόσωπα και τις φωνές τους.
Η πόλη γεμάτη μουσικές κι αρώματα, μαζί με αγχωμένος περαστικούς που αγοράζουν ''τα δώρα της τελευταίας στιγμής''.
Τέτοια μέρα κάθε χρόνο βγάζω το μικρό μου τετραδιάκι.
1 Ιανουαρίου.
Πόσα πολλά έγιναν μέσα σε ένα χρόνο.
Μια σελίδα μουτζουρωμένη. Λέξεις γεμάτες νεύρα κι απογοήτευση.
Να και μια άλλη όμως, δέκα σελίδες παρακάτω, που μύριζε φιλιά και τσιγάρο.
Τόσες στιγμές που πέρασαν, μερικές χάθηκαν κι έμεινε μόνο μια ανάμνηση, μα άλλες πάλι μεγάλωσαν κι έγιναν ολόκληρες ιστορίες από αυτές που θες ή δεν αντέχεις να θυμάσαι.

Μπορεί να είναι απλά ένας διαφορετικός αριθμός.
Μα είναι ένας αριθμός παρακάτω. Πιο πέρα.
Γιατί ο χρόνος δε γυρίζει πίσω.
Και ό, τι έζησες ή δεν έζησες, είναι δώρα και μαθήματα.
Κάθε σου δάκρυ ή χτύπημα στο τραπέζι, κάθε τσιγάρο που μετάνιωσες, κάθε στίχος που τραγούδησες δυνατά, όλες εκείνες οι στιγμές που ένιωσες το σώμα σου να καίγεται, την ανάσα σου να κόβεται κι εκείνο το ένα "σ'αγαπάω" που ψιθύρισες για να μη σπάσει όπως το ξεστόμιζες.

Αυτά θα θυμάσαι.

Και θα κλαις ή και θα γελάς ίσως, μα μη λυπάσαι.
Κι αν τα βάλεις κάτω και δεις πως τα λάθη σου είναι πιο πολλά απ' τα σωστά, μη μετανιώνεις.
Ίσως να μην έχουμε άλλη μέρα, ίσως πάλι να μας περιμένουν χρόνια ανεξερεύνητα.
Έτσι κι αλλιώς τα πράγματα θα κυλήσουν όπως θέλουν αυτά.
Η ζωή ξέρει.
Κι εγώ την εμπιστεύομαι.





Καλή χρονιά.

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

Μια άλλη Αθήνα

Δεν τη συμπάθησα ποτέ την Αθήνα.

Δεν είχα επαρκή δικαιολογία ούτε καμία παρελθοντική τραυματική μελό εμπειρία.

Δεν τη γούσταρα. Τελεία.

Άχρωμη, αδιάφορη, απρόσωπη, σχεδόν χυδαία μέσα στη γκρι μουντάδα της. Πόλη που αγαπάς να μισείς. Τη μίσησα για άλλη μια φορά σήμερα που, ω! τι έκπληξη, χάθηκα γι' ακόμα μια φορά μέσα στους χαοτικούς της δρόμους.

Μπες μετρό- βγες μετρό, μα τι ταλαιπωρία, σκεφτόμουν καθώς περπατούσα σκυφτή προς την έξοδο όπου και θα συναντούσα τους φίλους που είχα ήδη στήσει ένα χαλαρό μισαωράκι.

Πρέπει να βρωμάω από χιλιόμετρα Θεσσαλονίκη, υπέθεσα καθώς έπιασα τον εαυτό μου να αγριοκοιτάζει όποιο δόλιο Αθηναίο περνούσε ξυστά μέσα στον πανικό της πλατείας συντάγματος.

Τα χέρια στις τσέπες έπιασαν ένα μισοτελειωμένο στριφτό. Τζούρα και σκανάρισμα.

Δεν ξέρω τί ακριβώς ήταν αυτό που με άγγιξε.

Ήμουν μόνη μου σε μια εντελώς ξένη για μένα πλατεία.

Χιλιάδες φωτάκια παντού σε κάθε δέντρο και κολόνα. Κλισέ και αχρείαστο ίσως, μα για κάποιο λόγο μου φάνηκαν τόσο όμορφα.

Παιδάκια παντού να τρέχουν πάνω κάτω με δυο γονείς πανικόβλητους στα δυο μέτρα, μην τυχόν και τα χάσουν μέσα στην πολυκοσμία. Χαρούμενα πρόσωπα, καθαρά.

Ξαφνικά ξέχασα για λίγο τον κυνισμό μου και τράβηξα μια φωτογραφία.
Θα θέλω να θυμάμαι σκέφτηκα, τις στιγμές που ομόρφυνε έστω και για λίγο στο μυαλό μου.

Χαιρετούρες και τα σχετικά και τρεις κατεστραμένοι σεργιανίζουν τα στενά της πλάκας.
Πάλευα μέσα μου να βρω κάτι να γκρινιάξω, η μίζερη φύση μου με γρατζουνούσε επίμονα.
Δε βρήκα.

Πλακόστρωτα δρομάκια λουσμένα σε αχνό υποκίτρινο φως, χρώματα και μουσικές σε κάθε γωνίτσα.
Μια άλλη Αθήνα, ρομαντική, στρωμένη να την περπατήσεις, να την πιεις και να τη ζήσεις.

Σιγοτραγουδώντας έφτασα και πάλι στην στάση, αυτή την φορά για τον δρόμο της επιστροφής.
Χάθηκα και πάλι, μα δεν με ένοιαζε.

Θα πάρω το επόμενο φώναξα στην μιζέρια μου που αποφάσισε να το βουλώσει για τα καλά.

Χριστούγεννα στην Αθήνα. Μια άλλη Αθήνα, λίγο πιο φωτεινή, λίγο πιο ροζ.

Ίσως και να μου λείψεις, τόλμησα να σκεφτώ για ένα δευτερόλεπτο.
Να ξανάρθεις, μου ψιθύρισε μέσα από την φωτεινή πλατεία.

Τραγούδησα τον τελευταίο μου στίχο, πέταξα το τσιγάρο και ανηφόρισα προς την στάση.

Έφευγα, μα το ήξερα ήδη πως θα ξαναγυρίσω.




Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2013

ένα τσιγάρο δρόμος

Περπατάω στην κατηφόρα για το σπίτι άλλο ένα βράδυ.

Η ώρα 1:58.

Κρύο και υγρασία.

Τη σιχαίνομαι αυτή τη γαμημένη κατηφόρα.

Στον δρόμο ούτε ψυχή.

Τα σπίτια στα πλαϊνά του δρόμου ορθώνονται άσχημα κι αυστηρά, δημιουργώντας μια υποκίτρινη σκιά που γλύφει το πεζοδρόμιο.

Κοντοστάθηκα 3 βήματα απ'το σπίτι κι έστριψα ένα τσιγάρο.

Τράβηξα μια τζούρα και πίεσα για λίγο τον εαυτό μου να αδειάσει. Να το βουλώσει αυτό το μπουρδέλο που έχω για μυαλό, να μην σκέφτομαι τίποτα.
Κενό.

Δε θα κλάψω. Όχι πάλι. Όχι αυτήν τη φορά.
Θυμώνω μόνο.

Τραβάω τον καπνό μέσα μου με μια ελπίδα να με κάψει. Να βάλει φωτιά σε ό,τι με καίει.
Μα αυτό με ζεσταίνει σαν αντάλλαγμα και μαζί με τον καπνό, χάνεται στην νύχτα και λίγη μοναξιά.

Ακάλεστη και με θράσος στέκεται κοντά σου κι ανάβει κι αυτή ένα τσιγάρο.
''Πάλι οι δυό μας'' σου λέει και σε κοιτάει με την υπεροψία του νικητή. Κι εσύ μπορείς να ξεχωρίσεις με ευκολία, το χρώμα και την υφή της.

Τραχιά και σκοτεινή, μα δε θα τη διώξεις, γιατί πάντα είναι δίπλα σου ακόμα και όταν δεν τη θέλεις, παρέα και φίλη συνεπής.

Μια αγκαλιά Αυτό μόνο.

Από αυτές που χάνεσαι, που δε νιώθεις κανένα σφίξιμο ή πίεση.
Από αυτές που για ένα μόνο δευτερόλεπτο δεν κρυώνεις, ούτε πονάς, μόνο χάνεσαι μέσα της ασφαλής από ό,τι πληγώνει.

Μια ζωή θυμάμαι τον εαυτό μου να φτιάχνει στέκια και καταφύγια για να κρύβομαι.

Κι εκεί που όλα δείχνουν πια στρωμένα και έχω αρχίσει να βολεύομαι, εκεί, στην απόλυτη τάξη και ψεύτικη ισορροπία, μπαίνει ο διάολος μέσα μου και μου την ανάβει.

Θα κλείσω για μια στιγμή τα μάτια  και όταν θα τα ξανανοίξω, όλα και πάλι θα είναι ξένα.

Βροντάω τότε ένα ασιχτίρ και μαζί με αυτό, βαρυσήμαντες εριστικές δηλώσεις.
Κουρνιάζω μετά πάλι στην γωνιά μου, να γλείφω τις πληγές μου σαν το σκυλί.

Δεν πειράζει .
Πάμε γι άλλα.






Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013

Η απόχρωση μιας εβδομάδας

Ημέρα 1.
Χρώμα: λευκό.
Κατάλευκο σαν μια κενή σελίδα, έτοιμη να δεχτεί μια καινούρια ιστορία.
Διαλέγεις χρώματα κι αποχρώσεις.
Τραβάς δειλά μια γραμμή, αχνή, και το χαρτί σου έχει ήδη αρχίσει να παίρνει μορφή.

Ημέρα 2.
χρώμα: πράσινο
Το χρώμα της ελπίδας.
Ελπίδα πως αυτό το κάτι καινούριο θα κρατήσει, θα μεγαλώσει και μαζί με αυτό, θα παρασύρει κι εσένα για να αφήσεις πίσω μια άχρωμη πραγματικότητα. 
2 γραμμές, ίσως κι ένας κύκλος. Τα πάντα άλλωστε συμβαίνουν σε έναν κύκλο.
Άστον όμως μισοτελειωμένο, να συμπληρωθεί αργότερα με μια απόχρωση αλλαγής.

Ημέρα 3.
χρώμα: πορτοκαλί
Εύηχο ,ευδιάθετο, φιλικό προς τον χρήστη.
Πλέον ξεθάρεψες, ταξιδεύεις στην σελίδα σου με σχήματα και φιγούρες γεμίζεις κενά που άφησαν παλιότερα σημάδια. 
Δεν σου είπε ποτέ κανένας αλήθεια, πως κρύβεται τόσο κίτρινο σε αυτό το χρώμα που εμπιστεύτηκες?

Ημέρα 4.
χρώμα: κόκκινο
Έντονο , πλημμυρισμένο από ένταση και πάθος.
Θυμίζει επανάσταση, απαιτεί έντονες γραμμές , τεντωμένες να χαρακώνουν  απ'άκρη σε άκρη το χαρτί σου. Δεν μπορείς να το προσπεράσεις, να μην το παρατηρήσεις. Σε χτυπάει στην αρχή στα μάτια και μετά στην καρδιά.
Το χρώμα της φωτιάς, η δύναμη της θερμότητας.
Πρόσεξε, γιατί οι σελίδες σου είναι φτιαγμένες από εύφλεκτο ''εγώ''.
Και καίγονται τόσο μα τόσο εύκολα.

Ημέρα 5.
Χρώμα: μοβ.
Μελαγχολικό με μια θλίψη για όλα όσα δεν κατάφερες να τελειώσεις.
Πρώτη φορά που κοίταξες τις άχαρες γραμμές σου από μακρυά.
Δεν σου φαίνονται πια γεμάτες νόημα, παρά αλλόκοτα σημάδια.
Μια προσπάθεια να φτιάξεις μια μάσκα , κρύβοντας πίσω απτο χρώμα την θλίψη σου.
Ίσως συμπληρώσεις κι εκείνον τον ατέλειωτο κύκλο, σε μια τελευταία προσπάθεια να σωθείς.

Ημέρα 6.
Χρώμα: γκρι
Αμφίβολο , συμβατικό , το χρώμα της συνήθειας.
Η φαντασία στέρεψε και ξαφνικά τόσο χρώμα πλήγωσε την παγερά αδιάφορη αισθητική σου.
Έμεινε πια λίγος χώρος στο χαρτί σου, και συμπληρώνεις τα κενά με τις γκρίζες μολυβιές σου.
Σαν τις κρύες πόλεις που μάθαμε να διασχίζουμε σκυφτοί.
Σαν την μουντάδα μιας μέρας πριν τις πρώτες ψυχάλες.
Σαν μια σχέση που ξέρεις πως φτάνει στο τέλος της.
Δεν έχει μείνει πια κανένα λευκό σημείο.

Ημέρα 7.
Χρώμα: μαύρο
Γραμμές ασύμμετρες, που σαν θηλιά αγκιστρώνεις  γύρω από τα μοτίβα σου.
Χαράσσεις κάπου κι ένα όνομα.
Σημάδι που θα μείνει.
Αυστηρό.
Πειθαρχημένο.
Συνειδητοποιημένο πέρα για πέρα.
Η ζωγραφιά σου τελείωσε. Παράξενη και ιδιόρρυθμη, με την απόχρωση κάθε συναισθήματος. 
Το ίδιο και η ιστορία .