Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2013

ό,τι έχετε ευχαρίστηση

Στέκονταν εκεί.
Κουλουριασμένος στην γωνιά του.
Τα ρούχα του παλιά και κουρελιασμένα, σαν να τα είχε ακουμπήσει πάνω του πριν χρόνια, και τώρα είχαν πια γίνει ένα με το σώμα του.
 Γύρω του σκόρπια πράγματα, θα μπορούσε κάποιος να τα πει σκουπίδια. Μα γι αυτόν ήταν το σπίτι του. Απόψε η βραδιά ήταν ζεστή, και η κουβέρτα του αφημένη στο πλάι. Κάποιες άλλες νύχτες , τον είχα δει να τυλίγεται , να γίνεται το σώμα του ένα κουβάρι, μήπως μπορέσει να ξεγελάσει το κρύο που τον έπνιγε.

Πάντα τον προσπερνούσα. Φοβόμουν πως κάτι θα μου ζητούσε, γύριζα το βλέμμα μου αλλού και ασυναίσθητα περπατούσα πιο γρήγορα. Μα αυτός πάντα εκεί, σκυφτός, να μουρμουρίζει έναν σκοπό δικό του. Που και που σήκωνε για λίγο τα χαμένα μάτια του, και κοιτούσε αυτούς που σαν κι εμένα περνούσαν, σαν ο δρόμος εκεί να ήταν κενός, άδειος από κάθε παρουσία.

Έτσι κι απόψε. Μα αυτή την φορά στάθηκα για λίγο. Είχε  μια φυσαρμόνικα , την κρατούσε σαν θησαυρό χωρίς να ξέρει τι να την κάνει.
 Χαμογέλασα.

-Έχεις ένα τσιγάρο?
Κοντοστάθηκα για λίγο.
-Στριφτά μόνο. Να σου κάνω ένα?
Έγνεψε.

Το έφτιαξα γρήγορα και άχαρα, καθώς το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να φύγω. Να χωθώ στο κλουβί μου.
-Ορίστε. Καληνύχτα.
-Θα μου κάνεις λίγη παρέα? Να μέχρι να το καπνίσω.

Μου άνοιξε λίγο την κουβέρτα του , κάνοντας μου χώρο να καθίσω δίπλα του.
Μα δεν μας τα 'μαθαν καλά ,κι εγώ είχα μάθει να γυρνάω το βλέμμα μου αλλού...
 Όταν όμως έκλεισα την πόρτα στο άδειο κλουβί μου για άλλη μια νύχτα ,κατάλαβα.
Δεν ζητιάνευε  λεφτά.
Μια κουβέντα ήθελε, ένα βλέμμα καθαρό, λίγη φωτιά .
Όχι από αυτή που ανάβει τα τσιγάρα.
Αλλά από την άλλη αυτή που ζητιανεύουμε όλοι μας, και δεν χορταίνουμε ακόμα κι αν μας την προσφέρουν απλόχερα.

Αν το σκεφτείς ζητιάνοι είμαστε όλοι.
 Απλώνουμε το χέρι να πέσει λίγη  προσοχή, αγάπη,έρωτας και μια απλή κουβέντα.
 Και πάντα θα ζητάμε λιγάκι παραπάνω.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Και για πες...